default-image

Φάκελος "Αποζημιώσεις": Μας οφείλουν στ' αλήθεια οι Γερμανοί;

Απόψεις
Φάκελος "Αποζημιώσεις": Μας οφείλουν στ' αλήθεια οι Γερμανοί;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στις 13 Ιανουαρίου και ενώ πλησίαζε η ώρα της εκλογικής αναμέτρησης στην Ελλάδα (και η διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ) το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών διεμήνυε, για πολλοστή φορά, διά του εκπροσώπου του Μάρτιν Γέγκερ: «Το θέμα τυχόν γερμανικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου έχουν κλείσει. Η Αθήνα δεν έχει διατυπώσει σχετικό αίτημα».

Οι δηλώσεις του Γερμανού εκπροσώπου έγιναν στη διάρκεια ενός συνηθισμένου δημοσιογραφικού "μπρίφινγκ" με αφορμή τη γνωστή έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Ελληνικού Κράτους που έκανε λόγο για οφειλές 11 δισ. ευρώ της Γερμανίας προς την Ελλάδα από το "αναγκαστικό δάνειο" της Κατοχής.

Τα γερμανικά επιχειρήματα

Για να τεκμηριώσει την άποψή του ο κ. Γέγκερ τόνισε προς τους δημοσιογράφους ότι ήδη στο τέλος της δεκαετίας του '50 η Γερμανία είχε υπογράψει με 12 δυτικά κράτη και με την Ελλάδα το 1960 συμφωνία για την «αποζημίωση θυμάτων της εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας».

«Στο άρθρο 3 της σχετικής συμφωνίας αναφέρεται ότι κατά αυτόν τον τρόπο το θέμα του "εθνικοσοσιαλιστικού αδίκου" έχει "οριστικά ρυθμιστεί". Σε ό,τι αφορά τις επανορθώσεις για καταστροφές που προκάλεσαν οι δυνάμεις κατοχής, η άποψη του Βερολίνου είναι ότι σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου το ζήτημα των αποζημιώσεων έχει απολέσει το νομικό του έρεισμα».

Συνεχίζοντας ο Μάρτιν Γέγκερ υπενθύμισε ότι στη «"Συμφωνία 2+4", με την οποία επισφραγίστηκε το 1990 η γερμανική ενοποίηση, δε γίνεται αναφορά σε επανορθώσεις. Επιπλέον, η συμφωνία αυτή αναγνωρίστηκε επίσημα την ίδια χρονιά στο πλαίσιο της "Χάρτας των Παρισίων"». (Ο κ. Γέγκερ αναφέρεται στην τελική συμφωνία του ΟΑΣΕ, της τότε ΔΑΣΕ, την οποία υπέγραψαν οι ηγέτες όλων των χωρών της Ευρώπης, των ΗΠΑ και του Καναδά. Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας ήταν ο πρωθυπουργός Κώστας Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς).

Σύμφωνα με τον κ. Γέγκερ, το γεγονός ότι και η Ελλάδα υπέγραψε αυτή τη Χάρτα σημαίνει ότι «την αναγνωρίζει ως νομικά δεσμευτική στη βάση του διεθνούς δικαίου». Εξ ου και ο λόγος για τον οποίο το Βερολίνο "δε βλέπει" κάποια βάση για το ελληνικό αίτημα περί επανορθώσεων, συμπεριλαμβανομένου και του κατοχικού δανείου.

Πώς ξεκίνησαν όλα

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. από την... πολλή αρχή.

Οι δυνάμεις της Βέρμαχτ μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου του 1941. Τρεις μέρες μετά διόρισαν την πρώτη "κατοχική" ελληνική κυβέρνηση. Πρόεδρός της (πρωθυπουργός) ορίστηκε ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, ο οποίος στις 20 Απριλίου, παρά τις αντίθετες διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, είχε υπογράψει την παράδοση του ελληνικού Στρατού στους νικητές Γερμανούς και δύο μέρες αργότερα στους ηττημένους Ιταλούς. Η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση και ο "ανώτατος άρχων" της χώρας βασιλιάς Γεώργιος Β' είχαν μεταφερθεί στην Κρήτη για να συνεχίσουν τον αγώνα.

Ο Τσολάκογλου σχημάτισε μια κυβέρνηση "δωσίλογων" και επιχείρησε να ομαλοποιήσει την καθημερινότητα εξασφαλίζοντας την ειρηνική επάνοδο όλων των Ελλήνων στρατιωτών από τα μέτωπα στις εστίες τους, να διασώσει την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας έναντι της Βουλγαρίας και να εξασφαλίσει στοιχειωδώς την "επανεκκίνηση" της οικονομικής ζωής. Πέτυχε, μερικώς, μόνο στο πρώτο. Στο δεύτερο απέτυχε πλήρως. Η Ελλάδα τεμαχίστηκε σε τρεις ζώνες κατοχής. Η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη εκχωρήθηκαν (από τους Γερμανούς) στη Βουλγαρία. Εκεί που απέτυχε όμως παταγωδώς ήταν η οικονομική επανεκκίνηση, η οποία για λόγους "υπεράνω" του Τσολάκογλου (και του κάθε δωσίλογου κυβερνητικού παράγοντα) δεν ήρθε ποτέ με ισχυρό αντίκτυπο στην οικονομική ζωή της χώρας μέχρι και σήμερα, αλλά και με ένα άμεσο τραγικό επακόλουθο. Τη "μεγάλη πείνα" του χειμώνα 1941-1942, με τις δεκάδες χιλιάδες νεκρών Ελλήνων από ασιτία.

Το επιδίωκε όμως αυτή η κυβέρνηση δωσίλογων, ή απλά αδιαφορούσε έναντι μιας τέτοιας εξέλιξης; Προφανώς, όχι. Αυτό βέβαια δεν απαλλάσσει κανέναν από τους μετέχοντες σε αυτήν από την ιστορική ευθύνη. Στην πράξη όμως η Ελλάδα είχε μεταβληθεί σε γερμανικό προτεκτοράτο και εν αγνοία της, το Γ' Ράιχ της είχε αποδώσει συγκεκριμένο διπλό ρόλο.

Πρώτον, στρατιωτικά να αποτελεί "ανάχωμα" προστασίας των κατεξοχήν "πατρογονικών" γερμανικών εδαφών και της βαλκανικής χερσονήσου που συνολικά απομυζούσε το Ράιχ. Δεύτερον, η αξιόλογη αγροτική της παραγωγή και ο μεταλλευτικός της πλούτος αποτελούσαν πολύτιμα στοιχεία τροφοδοσίας της γερμανικής πολεμικής μηχανής. Οι ίδιοι οι Γερμανοί θα ήθελαν ειδικά αυτή η παράμετρος να εφαρμοστεί "ήπια" και σταδιακά ώστε η Ελλάδα να διατηρεί τη δυνατότητα να συντηρεί στοιχειωδώς τον εαυτό της για να μπορεί να παράγει για τη Γερμανία. Οι πολεμικές συνθήκες ασφαλώς δεν το επέτρεψα ν.

"Επιτάξεις": Η λεηλασία μιας χώρας

Η Ελλάδα υποχρεώθηκε άμεσα να τροφοδοτήσει το νεοαφιχθέν στη Β. Αφρική "Αφρικα Κορπ" του στρατάρχη Ερβιν Ρόμελ (αρχικά περίπου 40.000 άνδρες) και τις δυνάμεις που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάληψη της ίδιας (περίπου 120.000) ενόψει της προετοιμασίας τους για την επιχείρηση "Μπαρμπαρόσα" (εισβολή στη Σοβιετική Ένωση). Στο αμέσως επόμενο διάστημα η κατάσταση (για τις άμεσες γερμανικές ανάγκες) δε μεταβλήθηκε στο παραμικρό. Αντίθετα αυτές γιγαντώθηκαν, καθώς, πέρα από τις αρχικές εκτιμήσεις, η Γερμανία υποχρεώθηκε να διατηρεί συνεχώς στην Ελλάδα ισχυρές δυνάμεις (περιοδικά ξεπέρασαν και τους 100.000 στρατιωτικούς) για δύο λόγους. Το σοβαρό ενδεχόμενο συμμαχικής εισβολής στην ηπειρωτική Ευρώπη μέσω Ελλάδας-Βαλκανίων και το δεδομένο της ταχείας μαζικοποίησης των ένοπλων απελευθερωτικών κινημάτων - από το 1942 και μετά - στην ίδια την Ελλάδα αλλά και τη Γιουγκοσλαβία. Έτσι, κυριολεκτικά από τις πρώτες μέρες της κατοχής ξεκίνησε μια άνευ προηγούμενου λεηλασία με τη μορφή των "επιτάξεων". Σιδηροδρομικοί συρμοί, δημόσια και ιδιωτικά οχήματα, φορτηγά δημόσιας χρήσης και λεωφορεία, γεωργικοί ελκυστήρες (τρακτέρ), αντλίες ύδρευσης, μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, αλιευτικά σκάφη, εμπορικά σκάφη, επιβατηγά πλοία, βιομηχανικά εργαλεία αλλά ακόμη και φτηνά γεωργικά εργαλεία (π.χ. κάρα) και το μεγαλύτερο μέρος των μεταφορικών ζώων (ίπποι, ημίονοι, όνοι και βοοειδή) "επιτάχθηκαν". Δηλαδή κατασχέθηκαν και δεν επιστράφηκαν ποτέ. Το ίδιο συνέβη με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, ομοίως από τις πρώτες μέρες της κατοχής μέχρι το τέλος της.

Βεβαίως, έπρεπε να τηρηθούν έστω κατ' επίφαση συγκεκριμένοι κανόνες διεθνούς δικαίου, αφού η Ελλάδα δεν είχε προσαρτηθεί αλλά τύποις παρέμενε χωριστή κρατική οντότητα από το Ράιχ και ασφαλώς έπρεπε να τηρηθούν τα προσχήματα απέναντι στη δωσιλογική κυβέρνηση ώστε αυτή να εξακολουθήσει εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Ράιχ (κυρίως στο θέμα του ελέγχου του κρατικού μηχανισμού και της αστυνόμευσης του πληθυσμού).

Η "μεγάλη πείνα": Πάνω από 280 χιλιάδες νεκροί από ασιτία

Ακριβώς για αυτό επέβαλλαν αρχικά στην κυβέρνηση Τσολάκογλου και στη συνέχεια στις επόμενες δωσιλογικές κυβερνήσεις να πληρώνουν χρήματα με τη μορφή άμεσων "δανείων" απευθείας προς τις γερμανοϊταλικές στρατιωτικές μονάδες. Αυτές ήταν οι διαβόητες "δαπάνες κατοχής". Η "λογική" δηλαδή που θέλει το ηττημένο κράτος (το οποίο στην περίπτωση της Ελλάδας δεν προκάλεσε καν το πόλεμο) να πληρώνει το νικητή που διατηρεί στρατό στο έδαφός του για να το "αστυνομεύει". Αυτές οι "δαπάνες κατοχής" ήρθαν στη χειρότερη οικονομική συγκυρία για το ελληνικό Δημόσιο που δεν είχε ταμειακά διαθέσιμα για να ανταποκριθεί. Είχε ήδη ένα τεράστιο έλλειμμα 7,5 δισ. δρχ. που προήλθε από την εμπλοκή της χώρας στην αντιμετώπιση της ιταλικής εισβολής. Παράλληλα η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση είχε φυγαδεύσει πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα τα αποθέματα χρυσού από την Τράπεζα της Ελλάδος ακριβώς για να μην κατασχεθούν. Ως αποτέλεσμα τα "δάνεια" αυτά προήλθαν από τυπωμένα πληθωριστικά χαρτονομίσματα και από τυπωμένα ειδικά γι' αυτό το σκοπό γερμανικά "στρατιωτικά μάρκα" (στην πράξη ένα απλό χαρτί με μια σφραγίδα, χωρίς κανένα αντίκρισμα. Το ίδιο συνέβη και με την ιταλική "δραχμή του Αιγαίου", αν και αυτή ήταν τυπωμένη ως "κανονικό" νόμισμα).

Υπολογίζεται ότι το 1941 μόνο οι "δαπάνες Κατοχής" έφτασαν τα 25 εκατομμύρια δρχ., δηλαδή το 40% του προπολεμικού εθνικού εισοδήματος, το οποίο ασφαλώς είχε εκμηδενιστεί, αφού δεν υπήρχε πλέον σοβαρή οικονομική δραστηριότητα και δεν ήταν δυνατόν να εισπραχθούν φόροι. Επακόλουθο; Ο υψηλότερος πληθωρισμός στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Άμεσος αντίκτυπος; Η "Μεγάλη Πείνα" του χειμώνα 1941-1942 που άφησε πίσω της πάνω από 280.000 νεκρούς ως αποτέλεσμα της ασιτίας ή του υποσιτισμού που μετέβαλε συνήθως αντιμετωπίσιμες σοβαρές ασθένειες σε άμεσα θανατηφόρες. Ασφαλώς σε αυτή την πρωτόγνωρη ανθρωπιστική τραγωδία συνετέλεσε και ο αποκλεισμός που είχαν επιβάλει οι σύμμαχοι στα γερμανοκρατούμενα ελληνικά λιμάνια και η πλήρης άρνηση των Βουλγάρων να επιτρέψουν τη μεταφορά τροφίμων από τη δική τους ζώνη κατοχής στα μεγάλα αστικά κέντρα που δοκιμάζονταν από το λιμό.

Το "Δάνειο"

Η έκταση της τραγωδίας ήταν τέτοια - χρησιμοποιήθηκε έντονα και από τη συμμαχική προπαγάνδα - που προκάλεσε την αντίδραση ακόμη και τη δωσιλογικής κυβέρνησης και τελικά την προσοχή των Γερμανών (με την παρακίνηση και των Ιταλών), όχι ακριβώς για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά για καθαρά τεχνοκρατικούς. Η κατεχόμενη Ελλάδα είχε μετασχηματιστεί σε ένα πρώτης τάξεως πεδίο οικονομικού "πειράματος" που θα μπορούσε να καταδείξει ενδεχομένως πώς μια πλήρως ισοπεδωμένη "περιφερειακή" οικονομία θα μπορούσε να "ανανήψει" τουλάχιστον στο βαθμό που θα μπορούσε να συντηρείται για να μπορεί να εξυπηρετεί τα γερμανικά συμφέροντα, χωρίς να επιβαρύνει την κεντρική οικονομία του Ράιχ. Για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα συγκλήθηκε έκτακτη ιταλογερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων στη Ρώμη, η οποία διήρκεσε από τον Ιανουάριο μέχρι το Μάρτιο του 1942. Οι Γερμανοί σε κάθε περίπτωση επέμειναν στην υψηλή κεφαλαιοποίηση από την Ελλάδα προκαλώντας αδιέξοδο στη Συνδιάσκεψη. Τότε ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα, Ντ' Αγκοστίνι, πρότεινε τη λύση του επίσημου αναγκαστικού δανείου. Δηλαδή οι πέρα από τις δαπάνες κατοχής αναλήψεις να χρεώνονται από την Ελλάδα ως δάνειο προς τη Γερμανία και την Ιταλία. Η σχετική δανειακή συμφωνία υπεγράφη στις 14/3/1942 από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, Άλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα βέβαια δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Το γεγονός της ανακοινώθηκε με ρηματική διακοίνωση εννέα μέρες μετά.

Όπως σημειώνει ο καθηγητής Τάσος Ηλιαδάκης, τεκμηριώνοντας τη σχετική έρευνά του, η διακοίνωση ενημέρωνε για τα ακόλουθα:

«- Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ. (άρθρο 2).

- Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος (στο εξής Τ.Ε.) άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας ως άτοκο σε δραχμές δάνειο της Ελλάδας προς αυτές (άρθρο 3).

- Η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα (αρθ. 4).

- Η συμφωνία είχε αναδρομική ισχύ από 1/1/1942 (αρθρ. 5).

Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα υποχρεωτικά εκτελεστή (αναγκαστική). Ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις με κοινή βούληση των συμβαλλομένων, οι οποίες μετέτρεψαν την αρχική αναγκαστική σύμβαση σε συμβατική (κανονικό διακρατικό δανεισμό)».

Η ζημιά σε αριθμούς: Συνοψίζοντας τη λεηλασία

Τα παρακάτω στοιχεία συντάχθηκαν από επιστημονική επιτροπή με ευθύνη του ελληνικού υπουργείου των Εσωτερικών με επικεφαλής τον καθηγητή Δοξιάδη (μέλος της επιτροπής υπήρξε ο Νίκος Καζαντζάκης) με επιτόπιες έρευνες των μελών της στα σημεία των καταστροφών. Περιέχονται στον "Έκθεση Πολέμου και Θυσιών Ελλάδος 1940-1944".

* Η ζημιά που υπέστη η χώρα μας ως το 1944 λόγω πληθωρισμού εκτιμάται σε 27,45 εκατ. χρυσές λίρες ή 549 εκατ. $. (σύμφωνα με τις νομισματικές αξίες του 1945).

* Το Κατοχικό Δάνειο επιβάρυνε την Ελλάδα να πληρώνει κάθε μήνα και προκαταβολικά 1,5 τρισ. δρχ. στις δυνάμεις κατοχής, ποσό που ανήλθε το 1942 στα 8 τρισ. το μήνα. Το ύψος του δανείου κατ' εκτίμηση της Τ.τ.Ε. ανέρχεται (δίχως τους τόκους) σε 227.940.201 εκατ. δολ. το 1944 και κατά τον ίδιο τον Αλτενμπουργκ σε 400 εκατ. μετακατοχικά μάρκα.

* Το σιδηροδρομικό δίκτυο καταστράφηκε κατά το 55%.

* Οι συρμοί (τρένα) κλάπηκαν ή καταστράφηκαν σε ποσοστό 80%.

* Τα βαρέα οχήματα ιδιωτικά και δημόσια κατά 90%.

* Τα ιδιωτικά οχήματα κατά 70%.

* Ο αλιευτικός στόλος μειώθηκε κατά 45%.

* Ο εμπορικός στόλος έχασε τα 70% του προπολεμικού του τονάζ.

* Λιμενικές υποδομές σχεδόν στο 100%.

* Το ζωικό κεφάλαιο καταστράφηκε κατά 70%.

* Το οδικό δίκτυο κατά 56%.

* Οι οδικές γέφυρες κατά 73%.

*Οι σιδηροδρομικές γέφυρες κατά 90%.

* Το τηλεφωνικό και τηλεγραφικό δίκτυο κατά 90%

* Τα γεωργικά μηχανήματα και υποδομές καταστράφηκαν κατά το 60%.

* Τα δημόσια κτήρια και υποδομές κατά 50%.

*Η βιομηχανία κατά 80%.

* Οι οικοδομές (κατοικίες ή άλλα κτήρια) κατά 30%.

* Ενδεικτικά από τη γεωργική παραγωγή κατασχέθηκαν "επισήμως" στο διάστημα 1941-44 300.000 τόνοι λάδι, 20.000 τόνοι ελιές, 160.000 τόνοι κορινθιακή σταφίδα, 35.000 τόνοι σουλτανίνα, 110.000 τόνοι καπνά, 560.000 τόνους λαχανικά, 800.000.000 κομμάτια εσπεριδοειδή, 400.000 τόνους φρούτα και 40.000 τόνους σιτάρι.

Αν αυτό δεν είναι καταλήστευση μιας χώρας και δεν ευθύνεται (κατά κύριο λόγο) για την υπανάπτυξη της κατά τις επόμενες δεκαετίες, οπότε οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες ευημερούσαν, τότε τι είναι;

Τα αιτήματα της Ελλάδας κατατέθηκαν στη διάσκεψη των συμμάχων στο Παρίσι το Δεκέμβριο του 1945 και το οικονομικό τους ύψος ανερχόταν σε 12 δισ. $ (αγοραστικής αξίας 1938). Η διάσκεψη αναγνώρισε ένα μέρος του αιτήματος που αντιστοιχούσε σε 7,2 δισ. $ (με επιτόκιο 3%). Δεν περιείχαν (και σωστά) τη γερμανική οφειλή από το κατοχικό δάνειο. Σε κάθε περίπτωση ούτε τα 7,2 δισ. δολάρια καταβλήθηκαν ποτέ από τη Γερμανία στην Ελλάδα.

 - Αλέξης Φραγκιαδής, "Ελληνική οικονομία 19ος-20ός αιώνας", εκδόσεις "Νεφέλη"

 - Ιστορία της Κατοχής, εκδόσεις "Μέτρον"

 - Σωτ. Γκοτζαμάνης, "Κατοχικό δάνειο και δαπάναι κατοχής", Θεσ/κη 1954

 - Γ. Τσολάκογλου, "Απομνημονεύματα", Αθήνα 1950

 - Κ. Λογοθετόπουλος, "Ιδού η αλήθεια", Αθήνα 1948,.

 - Τ. Ηλιαδάκης, ¨"Οι επανορθώσεις και το γερμανικό κατοχικό δάνειο", εκδ. Δετοράκη, Αθήνα 1997

 - Χ. Φλάισερ, "Στέμμα και Σβάστικα", Παπαζήσης, Αθήνα.

Γιώργος Παπαδάκης

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News