default-image

Συμφωνίες, διαφωνίες και οι μεταβλητές για την Ελλάδα

Οικονομία
Συμφωνίες, διαφωνίες και οι μεταβλητές για την Ελλάδα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είτε συμφωνήσαμε ότι διαφωνούμε (Σόιμπλε), είτε δε συμφωνήσαμε καν ότι διαφωνούμε (Βαρουφάκης), το πιθανότερο είναι πως «συμφώνησαν για μία συμφωνία που δεν υπάρχει ακόμη αλλά που θα είναι συμφωνία και όχι διαφωνία»... Με ποιους όρους όμως και σε ποια κατεύθυνση;

Αν μπερδευτήκατε κάπως, χθες λίγη ώρα μετά από το Βερολίνο, στην Αθήνα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δήλωνε με σαφήνεια ότι η κυβέρνησή του σέβεται του κανόνες της Ε.Ε. ακόμη και αν διαφωνεί μαζί τους και θέλει να τους αλλάξει, αλλά η λιτότητα δεν είναι θεμελιώδης κανόνας της Ε.Ε. και οι Έλληνες δε γυρίζουν ξανά πίσω στα πέτρινα χρόνια της λιτότητας. Πράγματι, η λιτότητα δεν είναι. Αλλά η διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα, ο περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ ετησίως και η διατήρηση του δημόσιου χρέους κάτω από το 60% του ΑΕΠ είναι θεμελιώδεις κανόνες στην Ε.Ε. από την εποχή του Μαάστριχτ. Ομοίως και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο Σταθερότητας στην Ευρωζώνη και ο νέοι διατραπεζικοί κανόνες υπό την ΕΚΤ.

Στην πραγματικότητα, όμως, οι πολιτικές λιτότητας δεν είναι ο κύριος ένοχος για την οικονομική κρίση, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις υπόλοιπες περιφερειακές χώρες της Ε.Ε. (PIIGS: Πορτογαλία, Ιταλία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ισπανία) και τώρα μέχρι την Φιλανδία και το Βέλγιο. Οι πολιτικές λιτότητας δεν είναι η αιτία της κρίσης, αλλά μόνο το αποτέλεσμα του ανοίγματος και της απελευθέρωσης των αγορών στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, όταν οι αγορές είναι ανοικτές και «απελευθερωμένες», δεν μπορούν να επιβληθούν αποτελεσματικοί κοινωνικοί έλεγχοι σε αυτές. Έτσι, δεν είναι η κοινωνία που αποφασίζει τελικά τι, πώς και για ποιον θα παραχθεί, αλλά οι αγορές. Και φυσικά οι αγορές σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία ελέγχονται από μερικές εκατοντάδες πολυεθνικών εταιρειών.

Επιπλέον θεμελιώδη αρχή στην Ε.Ε. είναι η σε διεθνή ισχύ λατινική φράση «pacta sunt servanda», που σημαίνει οι συμφωνίες είναι τηρητέες.

Έτσι κάπου μεταξύ διαφωνίας για τη συμφωνία και συμφωνίας για τη διαφωνία, είναι ενδεχόμενο να έχουμε τελικά ένα συμβιβασμό στον ορίζοντα για τη μεταβατική περίοδο, ο οποίος θα περιλαμβάνει την αναχρηματοδότηση της κυβέρνησης και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, τελειώνοντας τη λιτότητα και δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη;

Οι μεταρρυθμίσεις

Ήδη όλοι οι εμπλεκόμενοι στην Ε.Ε., από τη Γερμανία, την Κομισιόν και την ΕΚΤ μέχρι τον Ομπάμα, έθεσαν ως βασική προϋπόθεση για οποιαδήποτε συμφωνία την αυστηρή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Αυτό σημαίνει για αυτούς τουλάχιστον, και μένει να δούμε αν για την ελληνική κυβέρνηση είναι αδιάφορο, πως θα στοχεύσουν στην εφαρμογή των ίδιων μέτρων όπως πριν (ίσως σε μια ηπιότερη μορφή) με διαφορετικά έστω ονόματα. Αντί της «τρόικας», μπορεί να υπάρξει κάποιο είδος εποπτικής επιτροπής ή έστω ο ΟΟΣΑ, που θα εκπροσωπεί και πάλι τους ίδιους θεσμούς (ΔΝΤ, Ε.Ε., ΕΚΤ) και αντί της λιτότητας, ο στόχος θα είναι τώρα η ανάπτυξη (μολονότι βέβαια και η λιτότητα υποτίθεται μακροπρόθεσμα σκόπευε στην ανάπτυξη)! Ωστόσο, για να επιτευχθεί ανάπτυξη σε μια οικονομία της αγοράς, στην οποία οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να ελαχιστοποιηθούν, οι ιδιώτες επενδυτές (ντόπιοι και ξένοι) πρέπει να καταστήσουν την οικονομία πιο ανταγωνιστική. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος πρέπει να βοηθήσει την προσπάθειά τους με ακόμα περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με στόχους την πιο «ελαστική» (και επομένως ανταγωνιστική) εργασία, τη λιγότερη φορολογία των επιχειρήσεων (αυτά είναι αποφάσεις και οδηγίες εφαρμοστικές ως κοινοτικό δίκαιο στη Ε.Ε.) και, ταυτόχρονα κάποια «μικρά πλεονάσματα του προϋπολογισμού» για την αποπληρωμή των δανειστών - πιθανώς μέσα από περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις ή/και περικοπές του δημόσιου τομέα.

Δύο επιλογές

Συμπερασματικά, όπως διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση, οι "επιλογές" που οι "εταίροι και δανειστές, φίλοι και σύμμαχοι", μας δίνουν για την ώρα είναι δύο: ή θα εξαναγκαστούμε να παραδοθούμε άνευ όρων (τα μπαζούκας τους, μέσω ΕΚΤ ήδη βγαίνουν) ή να δεχτούμε οτιδήποτε ως "ψήγμα χαλάρωσης" θα επιλέξουν να μας προσφέρουν.

Το επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα είναι ότι αυτή είναι μία τρελή αυτοκαταστροφική πορεία της πολιτικής. Για την ιστορία, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ισχυρίζεται, επίσης, ότι δε ζητά απλά την ελάφρυνση του χρέους από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά θα αναμορφώσει ανομίες στο εσωτερικό μέτωπο. Όμως με τη διάσταση «τέλος η λιτότητα, πάμε για ανάπτυξη», όπως είδαμε, ο φαύλος κύκλος δε σπάει.

Κέρδισε χρόνο ο Βαρουφάκης;

Μπορεί οι περισσότεροι χθες στο Βερολίνο αλλά και στον πλανήτη ολόκληρο να ανέμεναν ένα Σόιμπλε που θα "μαστίγωνε" ανελλιπώς δημόσια, μέσω του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, όλους τους Έλληνες θέτοντας την "ασφυξία ρευστότητας" σε άμεση εφαρμογή, όμως η κατάσταση δεν εξελίχθηκε έτσι. Αυτό δε σημαίνει ότι ο Σόιμπλε αγάπησε τον Βαρουφάκη και το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τους καλούς γνώστες κουλτούρας, γλώσσας και ύφους των Γερμανών, τελικά ο Σόιμπλε στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Έλληνα ομόλογο του εμφανίστηκε με πολλές "στρογγύλες" αντί για "γωνίες". Προφανώς και ο χρόνος κυλάει υπέρ του, αλλά από την άλλη, έστω και τεχνικά, έστω και υπόκωφα σε σχέση με το τι αναμενόταν χθες μετά τη μεταμεσονύκτια "βόμβα" Ντράγκι για τα ελληνικά ομόλογα, η αίσθηση είναι ότι ο Βαρουφάκης κατάφερε να κερδίσει χρόνο. Ο Σόιμπλε βγήκε αγχωμένος από τη συνάντηση μαζί του και πολύ προσεκτικός στις λέξεις που χρησιμοποίησε για να διατυπώσει στους δημοσιογράφους όλα όσα προηγήθηκαν.

Από Δευτέρα μπαίνουν και οι Αμερικανοί στο "παιχνίδι" με τη συνάντηση Ομπάμα-Μέρκελ και εκεί θα φανεί αν η κυβέρνηση Τσίπρα θα πάρει τις "ανάσες" που έχει ανάγκη. Τελικά στην κατ' ιδίαν συνάντηση μπορεί να είπαν πολλά για τη συνέχεια ή όχι στην Ελλάδα, όμως στην κοινή συνέντευξη τύπου ο Βαρουφάκης πολύ "έξυπνα", με τον Σόιμπλε δίπλα του, απευθύνθηκε όχι στον ομόλογό του αλλά στους Γερμανούς πολίτες. Τους θύμισε πως η δική τους κοινωνική γενοκτονία στο μεσοπόλεμο, συνεπεία των δυσβάχτων οικονομικών όρων της ήττας στο Μεγάλο Πόλεμο, οδήγησε στο ναζισμό (θυμίζοντας ότι το φρούτο σήμερα στην Ελλάδα είναι η τρίτη δύναμη στη Βουλή), όπως και ότι η διαφθορά στην Ελλάδα έχει "παίκτες" και πολυεθνικές ευρωπαϊκών χωρών.

Οι μίζες της Γερμανίας: Η ερώτηση που έκλεψε "δόξα" από Σόιμπλ-Βαρουφάκη

Η ερώτηση των (τουλάχιστο) 100 εκατομμυρίων ευρώ (μίζες της Siemens) έγινε στον Σόιμπλε από τον Παντελή Βαλασόπουλο της Εφημερίδας των Συντακτών:

«Κύριε Σόιμπλε, πώς γίνεται στο 90% των υποθέσεων διαφθοράς στην Ελλάδα να κρύβονται γερμανικές πολυεθνικές και για ποιο λόγο δίνετε άσυλο στον Μιχάλη Χριστοφοράκο;».

Ο Σόιμπλε προσπάθησε αρχικά να κερδίσει χρόνο και ζήτησε από τον Βαρουφάκη να απαντήσει πρώτος.

Ο Βαρουφάκης του επέστρεψε την μπάλα και ο Γερμανός την πέταξε στην εξέδρα, αποφεύγοντας να κάνει την οποιαδήποτε αναφορά στην υπόθεση της Siemens και στον Χριστοφοράκο.

Η απάντηση που έδωσε είναι ότι κάθε χώρα πρέπει να κοιτάζει πώς θα αντιμετωπίζει τη διαφθορά εντός του οίκου της (να καθαρίζουμε το σπίτι μας) αλλά σ' αυτό το σημείο υπενθύμισε ότι πρότεινε στην προηγούμενη κυβέρνηση να στείλει Γερμανούς υπαλλήλους να βοηθήσουν στο κυνηγητό της μεγάλης φοροδιαφυγής και οι ελληνικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν.

(Αν την αποδεχόντουσαν υπήρχε ο κίνδυνος οι Γερμανοί να πέσουν πάνω στους σεσημασμένους χορηγούς).

Ο Σόιμπλε έκανε την ίδια πρόταση και στον Βαρουφάκη.

Ο Έλληνας υπουργός συμφώνησε ότι ο καθένας θα πρέπει να καθαρίζει τα του οίκου του, αλλά ανέφερε πως υπάρχουν περιπτώσεις που ξεπερνάνε τα σύνορα μιας χώρας και χρειάζεται διακρατική συνεργασία και συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο Βαρουφάκης κατάφερε να γίνει ένας πραγματικά δύσκολος αντίπαλος του Σόιμπλε. Κι αυτό γιατί διαθέτει ακλόνητα επιχειρήματα και έχει τον τρόπο να τα διατυπώνει.

Ο Σόιμπλε βγήκε από τη συνάντησή τους προβληματισμένος.

Ακόμη κι αν είχε αποφασίσει να τραβήξει την πρίζα της Ελλάδας, ακούγοντας τον Βαρουφάκη σκέφθηκε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν μια λάθος κίνηση τόσο για τη Γερμανία όσο και για την Ευρώπη.

Ο Βαρουφάκης κατάφερε για την ώρα κάτι πολύ απλό: Να φυτέψει το μικροτσίπ της αμφιβολίας για την ακολουθούμενη πολιτική στο μυαλό του Σόιμπλε.

Ρευστότητα: Η στάση-σοκ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  

Αντιδράσεις προκαλεί ήδη η στάση της ΕΚΤ μεταξύ στελεχών των διεθνών αγορών και οικονομολόγων, με την απόφασή της να εγκρίνει ρευστό για τις ελληνικές τράπεζες μόνον μέσω του εργαλείου ELA και να πάψει να δέχεται εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου ή ελληνικά ομόλογα, από τις 11 Φεβρουαρίου και μετά (οπότε λήγει η τελευταία ανανέωση δανείου).

Όπως σχολιάζεται ανοιχτά ήδη στα κοινωνικά μέσα, πρόκειται για καθαρά πολιτική θέση και μάλιστα ταύτιση με τη γερμανική γραμμή κι όχι για υπεύθυνη στάση μιας Κεντρικής Τράπεζας και μάλιστα της Κεντρικής Τράπεζας για όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, άρα και την Ελλάδα.

Όπως επισημαίνεται, αν ήταν θέμα φερεγγυότητας των τραπεζών, τότε προφανώς δε θα είχαν πάρει την έγκριση από τα αρμόδια όργανα της ΕΚΤ, αφού πέρασαν πρόσφατα από τα stress test της ΕΚΤ, ελέγχθηκαν και βρέθηκαν επαρκώς κεφαλαιοποιημένες.

Συνεπώς γιατί μειώνεται η δυνατότητα δανεισμού, αφού οι τράπεζες είναι κεφαλαιοποιημένες; Η απάντηση της ΕΚΤ το λέει ξεκάθαρα και είναι πράγματι πολιτικός ο λόγος που επικαλείται: Ότι δηλαδή η Ελλάδα δεν έχει ολοκληρώσει την αναθεώρηση του δανειακού προγράμματος.

H ΕΚΤ υποστηρίζει ότι «για την ώρα δεν μπορεί να υποθέσει ότι η αναθεώρηση θα ολοκληρωθεί με επιτυχία».

Αλλά εδώ έρχονται όσοι αντιδρούν για να σχολιάσουν ότι αυτή δεν είναι στάση Κεντρικής Τράπεζας, που δουλειά της είναι να λειτουργεί ως ο τελευταίος δανειστής, αν τυχόν υπάρξει βραχυχρόνια ανάγκη. Είναι το τελευταίο καταφύγιο των τραπεζών δηλαδή, αν δεν μπορούν να πάρουν δάνειο από την αγορά.

Η ΕΚΤ μοιάζει να το ξεπερνά αυτό με το επιχείρημα ότι η απόφαση αυτή δεν επηρεάζει τη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, αφού υπάρχει η δυνατότητα του εργαλείου ELA. Δηλαδή ότι μπορεί να της δανείσει η ΤτΕ κι έχει δώσει αυτή τη δυνατότητα πιστώνοντας την ΤτΕ.

Αλλά αυτό δεν εμποδίζει οικονομολόγους και στελέχη των διεθνών αγορών να επιμείνουν ότι η ΕΚΤ ξεπέρασε ήδη το ρόλο της ασκώντας πολιτική στραγγαλισμού και ταυτιζόμενη με τα γερμανικά συμφέροντα και τελικά έπαψε να είναι μία ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα και ο Μάριο Ντράγκι ένας κεντρικός τραπεζίτης.

Για ELA: Τι πραγματικά σημαίνει η απόφαση της ΕΚΤ για την Ελλάδα

Ως προ το οικονομικό σκέλος της απόφασης, η ανακοίνωση της ΕΚΤ σημαίνει πως η ρευστότητα προς τις τράπεζες θα διοχετεύεται αποκλειστικά μέσω του Μηχανισμού Έκτακτης Ανάγκης (ELA) της Τραπέζης της Ελλάδος. Δηλαδή η ΕΚΤ αυξάνει την πίεση στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, άρα και στην κυβέρνηση, αλλά δεν αίρει τη στήριξή της στις ελληνικές τράπεζες.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να δέχεται κατ' εξαίρεση τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση στις πράξεις αναχρηματοδότησης, παρόλο που αυτά δεν πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.

Οι εγγυήσεις αποτελούν ομόλογα που εκδίδουν οι τράπεζες, τα εγγυάται το Δημόσιο και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο ως ενέχυρο για άντληση ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τον ELA. Η έκδοσή τους προβλέπεται από το νόμο Αλογοσκούφη (πυλώνας ΙΙ για ενίσχυση της ρευστότητας) και αποτελεί έκτακτη κρατική βοήθεια.

Μόνο προεκλογικά οι ελληνικές τράπεζες, στο διάστημα μεταξύ 1η με 23 Ιανουαρίου, εξέδωσαν νέα ομόλογα με εγγύηση Δημοσίου ονομαστικής αξίας 12,38 δισ. ευρώ. Το ποσό ανεβαίνει στα 23 δισ. ευρώ, αν συνυπολογισθούν και οι εκδόσεις Δεκεμβρίου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσφυγή σε κρατική βοήθεια τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις 30/9 οι τέσσερις τράπεζες είχαν ομόλογα με εγγύηση Δημοσίου αξίας 26,9 δισ. ευρώ και στις 23 Ιανουαρίου το ύψος τους έφθασε στα 50,94 δισ. ευρώ. Πρακτικά στο δίμηνο Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου σχεδόν διπλασιάστηκε το μέγεθος των εγγυήσεων.

Ακριβότερος ο δανεισμός από τον ELA

Οι ελληνικές τράπεζες θα δανείζονται αποκλειστικά από τον ELA, το μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας της ΤτΕ. Όμως και τα περίπου 50 δισ. ευρώ που έχουν ήδη δανειστεί από την ΕΚΤ θα πρέπει να μεταφερθούν στον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας, ανεβάζοντας το κόστος χρήματος από το 0,05% στο 1,55%.

Επίσης ερώτημα παραμένει το κατά πόσο οι τράπεζες θα μπορούν πλέον να αγοράζουν έντοκα γραμμάτια, άρα να δανείζουν το ελληνικό Δημόσιο, κάτι που αποτελεί «ανάσα» ρευστότητας για την Ελλάδα στην παρούσα κατάσταση, από τη στιγμή που οι ξένοι επενδυτές έχουν αποφασίσει να απέχουν από τις εκδόσεις γραμματίων λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας.

Διευκρινίζεται ότι η απόφαση αυτή δεν έχει άμεση επίπτωση στην κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, καθώς αυτές θα καλύπτονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο των κανόνων του ευρωσυστήματος.

Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δε στηρίζεται ιδιαίτερα στο ελληνικό δημόσιο χρέος ως ενέχυρο για την εξασφάλιση ρευστότητας. Επιπρόσθετα, το χρέος αυτό υφίσταται «κούρεμα» έως και 40% όταν χρησιμοποιείται από την ΕΚΤ ως εγγύηση.

Όμως η απόφαση αυτή αυξάνει την πίεση στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς το κόστος χρήματος ανεβαίνει και αυτό έχει επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία, ειδικά από τη στιγμή που υπάρχει εκροή καταθέσεων, έστω και ελεγχόμενη και απορρόφηση εντόκων γραμματίων Δημοσίου από τις τράπεζες, που δεν ανανέωσαν οι ξένοι επενδυτές.

Σημειώνεται ότι η άντληση ρευστότητας από τον ELA δεν προϋποθέτει την παραμονή της χώρας σε πρόγραμμα, καθώς ο κίνδυνος ανήκει θεωρητικά εξ ολοκλήρου στην ΤτΕ. Ως «έκτακτος» μηχανισμός, ο ELA έχει δύο βασικά μειονεκτήματα. Πρώτον έχει περιορισμένη διάρκεια, ενώ η χορήγηση της πολυπόθητης ρευστότητας δεν είναι εξασφαλισμένη, καθώς περνάει από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα. Δεύτερον, είναι ακριβός μηχανισμός με το κόστος δανεισμού να κυμαίνεται στο 1,55%, εκ των οποίων περίπου το 0,7% καταλήγει ως προμήθεια στο ελληνικό κράτος.

Το κόστος για την πραγματική οικονομία

Το 2012 οι ελληνικές τράπεζες είχαν φτάσει να είναι εκτεθειμένες κατά περισσότερα από 120 δισεκατομμύρια ευρώ στον ELA και μάλιστα με υψηλότερο τότε κόστος σε σχέση με σήμερα. Η επιβάρυνση των πιστωτικών ιδρυμάτων περνάει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στην πραγματική οικονομία, είτε υπό μορφή αύξησης επιτοκίων για τις νέες χορηγήσεις, είτε με "πάγωμα" των χορηγήσεων.

Δηλαδή οι τράπεζες "φρενάρουν" ακόμα περισσότερο τη χορήγηση νέων στεγαστικών ή επιχειρηματικών δανείων, κάτι που σημαίνει λιγότερη ρευστότητα σε μια αγορά που ήδη αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα.

Όμως, την ώρα που η απόφαση της ΕΚΤ δείχνει πλέον να οδηγεί τις ελληνικές τράπεζες μόνο στον "αναπνευστήρα" του ELA, με στενά χρονικά περιθώρια και σε περίπτωση "μη συμμόρφωσης" της ελληνικής κυβέρνησης σε φαινόμενα αλά Κύπρος, η νέα κυβέρνηση φαίνεται να ιχνηλατεί μία σοβαρή εναλλακτική κίνηση.

Οι Αμερικανοί

Οι πληροφορίες της "Ν.Κ." από κορυφαία κυβερνητικά στελέχη αναφέρουν ότι διόλου τυχαία από χθες στην Ελλάδα βρίσκονται για επαφές κορυφαία στελέχη του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ με το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, μία εβδομάδα νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν και 5 μέρες προ της συνάντησης στο Λευκό Οίκο Ομπάμα με Μέρκελ. Κατά τις ίδιες πληροφορίες μας, από χθες και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού βρίσκεται κορυφαίο στέλεχος της ελληνικής κυβέρνησης και μάλιστα επί των οικονομικών θεμάτων, απουσιάζοντας και από την ορκωμοσία στη Βουλή. Κατά μία εκδοχή, η Αθήνα αναζητά έναν αντιπερισπασμό οικονομικής διασφάλισης ρευστότητας, όχι μόνο ως "γέφυρα" για τις διαπραγματεύσεις μέχρι τον Ιούνιο, αλλά και μέχρι το τέλος του χρόνου. Μία από τις συζητήσεις που κάνει αυτή την ώρα και μάλιστα σε χαμηλής έντασης δημοσιότητα είναι το ενδεχόμενο μιας παράτασης στην εξόφληση των δόσεων του ΔΝΤ. Έτσι επιχειρεί, μεταξύ άλλων, να αποφύγει τυχόν στραγγαλισμό, αν τον αποφασίσουν γερμανική κυβέρνηση και ΕΚΤ, με τεχνητή έλλειψη ρευστού μέχρι το Μάιο.

Η κυβέρνηση δίνει την εντύπωση ότι επιχειρεί να αναβάλει τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου την εξόφληση 8,2 δισ. ευρώ σε δόσεις δανείων προς το ΔΝΤ, από τα οποία τα 4,6 δισ. ευρώ θα πρέπει να καταβληθούν μέχρι το τέλος Ιουνίου. Αν πετύχει αυτό το σχέδιο, η κυβέρνηση θα μπορούσε να εξοικονομήσει αυτά τα ποσά τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου. Θα μπορούσε έτσι να ισοφαρίσει σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη χρηματοδότησης του "σχεδίου-γέφυρας" που έχει ζητήσει για να μπορέσει να διαπραγματευτεί με σχετικά μέτρια άνεση ένα νέο πρόγραμμα εξόφλησης του χρέους.

Πρέπει όμως να σημειωθεί πως το ΔΝΤ ποτέ μέχρι τώρα δεν έχει την πρακτική να αναδιαρθρώνει τα δάνειά του. Έτσι, ενώ το αίτημα που φέρεται να έχει κάνει ήδη προς το ΔΝΤ για swap ενδέχεται να μην είναι καν στην ατζέντα των συζητήσεων από χθες, το αίτημα για κάποιας μορφής διευκόλυνση - ενδεχομένως και χρονικής - θα μπορούσε να είναι στο τραπέζι το κυρίως μενού. Σε κάθε περίπτωση και μόνο μία τέτοια συζήτηση εκθέτει τη στάση της ΕΚΤ, η οποία αρνείται να διευκολύνει ταμειακά την Ελλάδα. Όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν πως θα αρκεστεί μόνο σε παρατάσεις δανείων ELA στις τράπεζες.

Τι προτείνουμε στο ΔΝΤ για τα δάνειά του

Παράταση εξόφλησης με περίοδο χάριτος τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου και εξόφληση μόλις επανέλθει σταθερά η ανάπτυξη φέρεται να προτείνει στο ΔΝΤ η κυβέρνηση. Η πρόταση βασίζεται σε ανταλλαγή του χρέους με ομόλογα που συνδέονται με το ΑΕΠ. Σημειώνεται πως η Ελλάδα οφείλει περί τα 25 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ. Από αυτά, τα 19,4 δισ. ευρώ πρέπει να εξοφληθούν μέχρι το 2019 και τα υπόλοιπα 6,4 δισ. ευρώ μέχρι το 2024.

Οι πιέσεις: Από τα "mail" στον Χαρδούβελη στα "τελεσίγραφα" Ντράγκι

Την ερχόμενη Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου, τότε που θα έχουμε το πρώτο κρίσιμο Eurogroup για την Ελλάδα, τότε ακριβώς θα πάψει και η ΕΚΤ να δέχεται εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου ή ελληνικά ομόλογα, οπότε λήγει η τελευταία ανανέωση δανείου. Ανάγκες που τυχόν θα προκύψουν για ρευστότητα των τραπεζών πλέον θα είναι μόνο μέσω ΕLA. Ακριβώς μία μέρα μετά, στις 12 Φεβρουαρίου, ο Αλέξης Τσίπρας θα εμφανίζεται για πρώτη φορά ως Πρωθυπουργός ανάμεσα αλλά και ενώπιον όλων των άλλων ηγετών της Ε.Ε. σε Σύνοδο Κορυφής, όπου η Ελλάδα θα είναι το ένα από τα δύο θέματα συζήτησης. Συμπτωματικά ίσως, αλλά σε ένα "διαβολικό" παιχνίδι της ιστορίας, η Σύνοδος αυτή θα γίνεται ανήμερα των 70 χρόνων από την καταλυτική για την Ελλάδα "Συμφωνία της Βάρκιζας" και των όσων με βάση αυτή επακολούθησαν με βαθιές πληγές για την πατρίδα μας.

Βέβαια πριν 70χρόνια τα τελεσίγραφα τα παρέδιδαν οι πρέσβεις. Σήμερα παραδίδονται μέσω "διαρροών", όπως το έγγραφο με το οποίο προσήλθε χθες βράδυ στη συνεδρίαση του Euro Working Group η γερμανική κυβέρνηση - και ουσιαστικά ζητάει άνευ όρων παράδοση της ελληνικής κυβέρνησης - ή εκβιασμών όπως αυτός της ΕΚΤ και του Ντράγκι.

Το πιο ισχυρό όπλο της κυβέρνησης - αυτό που διαρκώς εκφέρει - είναι η νωπή, ισχυρή λαϊκή εντολή για αλλαγή πορείας. Γι' αυτό και η προσπάθεια του Βερολίνου (και όχι μόνο) σε μια άνευ όρων παράδοση προϋποθέτει την καλλιέργεια ενός μαζικού κλίματος ηττοπάθειας. Αυτό το καταιγιστικό σε πίεση τα τελευταία εικοσιτετράωρα κλίμα για την Ελλάδα από το αποκαλούμενο και "ευρωπαϊκό ιερατείο", που όμως έχει τη στρόφιγγα της ρευστότητας ανά χείρας, εμφανίζεται να ποντάρει πολλά στο εσωτερικό της Ελλάδας και το "φόβο" που γίνεται υπαρκτός για όποιον αγνοεί την κινηματογραφική ιστορία ενός ανθρώπου που πέφτει από την οροφή ενός ουρανοξύστη και καθώς περνάει από κάθε όροφο επαναλαμβάνει στον εαυτό του για να ηρεμήσει «ως εδώ όλα καλά (jusqu' ici tout va bien), ως εδώ όλα καλά, ως εδώ όλα καλά». Αλλά έτσι λησμονά κάτι βασικό, σημασία δεν έχει η πτώση. Σημασία έχει η πρόσκρουση.

Πού πάσχουν τα "κενά" της οικονομικής διαπραγμάτευσης

Προφανώς και η ελληνική πλευρά με την αλά Βαρουφάκη, για την ώρα, ακολουθούμενη οικονομική διαπραγμάτευση (πάντως στο εσωτερικό πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λένε πως δεν κάνει ακόμα διαπραγμάτευση αλλά συζητήσεις και διερευνήσεις) έχει βασικά κενά, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας τη διακηρυγμένη θέση της κυβέρνησης για τη μέχρι στιγμής απόφασή της να μην προχωρήσει σε ρήξη με τους δανειστές και μάλιστα με δική της ευθύνη.

Οι δυο βασικές προτάσεις του Γ. Βαρουφάκη, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν πλέον διαγραφή ή "κούρεμα" χρέους, πάσχουν σε σημαντικά σημεία τους. Καταρχήν, η πρόταση του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών προβλέπει ότι το χρέος που κατέχει η ΕΚΤ θα ανταλλαγεί με "διηνεκή ομόλογα" (perpetual bonds), για τα οποία η Ελλάδα θα πληρώνει μόνο (χαμηλούς) τόκους, χωρίς να αποπληρώνει τα κεφάλαια δανεισμού. Κατά δεύτερον, ο Βαρουφάκης φαίνεται να προτείνει ανταλλαγή του χρέους με "ρήτρα ανάπτυξης", το οποίο σημαίνει ότι η Ελλάδα θα αρχίσει την αποπληρωμή μόνο όταν η αύξηση του ΑΕΠ ξεπερνά ένα ποσοστό (πιθανότατα το 3%).

Όπως εμμέσως πλην σαφώς είχαν προβλέψει αρκετοί ακόμη οικονομολόγοι, μετά την "πραξικοπηματική" παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εναντίον της Ελλάδας, η ελπίδα να συμπράξει η ΕΚΤ στο πρώτο σκέλος της πρότασης αποτελεί χίμαιρα. Εξίσου προβληματική είναι όμως και η δεύτερη πρόταση, η οποία στην πράξη προϋποθέτει και υπονοεί την ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 1,5%. Το πρωτογενές πλεόνασμα να θυμίσουμε είναι η διαφορά ανάμεσα σε αυτά που μπαίνουν στα κρατικά ταμεία (π.χ. από φόρους) και σε αυτά που δαπανώνται - χωρίς να συνυπολογίζονται οι τόκοι για την αποπληρωμή των δανείων.

Θεωρητικά, η κυβέρνηση θα μπορούσε να πετύχει το συγκεκριμένο στόχο με τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος - ουσιαστικά βάζοντας τους ολίγους αλλά πολύ-πολύ πλούσιους να πληρώσουν. Αυτό που δε θέλησε δηλαδή να κάνει καμία κυβέρνηση από δημιουργίας του ελληνικού κράτους πρέπει να γίνει σε διάστημα λίγων μηνών, ενώ η χώρα βρίσκεται με το περίστροφο του Βερολίνου στον κρόταφο και ενώ αυτοί που χρωστάνε είναι πανίσχυροι και με πολλά από αυτά που χρωστάνε εκτός Ελλάδας, όπως μας είπε μόλις χθες και ο χερ Σόιμπλε!

Αν όμως μία τέτοια μεταρρύθμιση αποτύχει ή καθυστερήσει, η μόνη εναλλακτική είναι ένας νέος κύκλος λιτότητας που θα υποσκάψει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα την πολιτική δύναμη της κυβέρνησης. Ας μην ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι συνήθως δεν αντιδρούν ανατρεπτικά στο αποκορύφωμα μιας κρίσης, αλλά όταν καταποντίζονται οι ελπίδες τους. Και αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα, ακόμη και πολλοί από αυτούς που δεν ψήφισαν τη νέα κυβέρνηση, ελπίζουν.

Το πολιτικό πρόβλημα στην ευρωζώνη… Όχι αμιγώς οικονομικό

Στην ουσία του όμως το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, αλλά πολιτικό. Όπως εξηγούσε και ο Πολ Κρούγκμαν, στο πλαίσιο της ευρωζώνης τα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης είναι δεμένα - γι' αυτό άλλωστε και ο ίδιος παρομοίαζε πάντα το ευρώ σαν ένα "ζουρλομανδύα". Όσο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται υπό την ομηρία της ΕΚΤ για την παροχή ρευστότητας, καμία κυβέρνηση δεν έχει ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά στα χέρια της. Ο εκάστοτε πρόεδρος της ΕΚΤ θα προκαλεί μια τραπεζική κρίση και θα απειλεί να ανατρέψει την κυβέρνηση σε διάστημα λίγων ημερών. Ας μην ξεχνάμε ότι στελέχη της Deutsche Bank δήλωναν ότι είτε θα αλλάξει το (ευρωπαϊκό) status quo ή η ελληνική κυβέρνηση. Και μπορούμε να υποθέσουμε ότι απλώς δίνουν εντολή να συμβεί το δεύτερο.

Το χθεσινό μήνυμα κατά την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην πρώτη συνεδρίαση της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας των 149 του ΣΥΡΙΖΑ ήταν σαφές: «Να σταματήσουν εντός και κυρίως εκτός χώρας πιστωτικά "παιχνίδια" σε βάρος της λαϊκής εντολής της 25ης Ιανουαρίου».

Τα μέτρα και τα αντίμετρα

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την Τετάρτη το βράδυ έφερε την απαγόρευση να χρησιμοποιούν οι τράπεζες τα ελληνικά ομόλογα για να αντλούν ρευστότητα. Αυτό σημαίνει ότι η παραίτηση της ΕΚΤ, που επέτρεψε στην Ελλάδα να δίνει τα ομόλογά της ως εγγύηση για χρήμα στις τράπεζες, θα λήξει στις 11 Φεβρουαρίου, δύο εβδομάδες νωρίτερα από την προηγούμενη προθεσμία της 28ης Φεβρουαρίου.

Οι ελληνικές τράπεζες θα εξακολουθούν να έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια μέσω του προγράμματος δανεισμού εκτάκτου ανάγκης της ΕΚΤ (ELA), αλλά ακόμη και εδώ υπάρχουν κινήσεις και απαιτήσεις, όπως η χθεσινή του κεντρικού τραπεζίτη της Γερμανίας, να καταστούν αυστηρότεροι όροι για την πρόσβαση στον εν λόγω χρηματοδοτικό μηχανισμό. Το άμεσο αποτέλεσμα της κίνησης της ΕΚΤ ήταν το ευρώ να υποχωρήσει έναντι του δολαρίου, καθώς οι επενδυτές υποψιάζονται ότι η Ελλάδα έχει ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για τα πολυδιαφημισμένα σχέδιά της να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της διάσωσης των 240 δισ. ευρώ.

Τι διαπραγμάτευση μπορεί να γίνει όταν αυτός με τον οποίον θέλεις να διαπραγματευθείς έχει τη δυνατότητα να σε βγάλει εκτός μάχης με μια κίνηση; Μήπως λοιπόν η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να μας πει με ποιον τρόπο θα αφαιρέσει το όπλο αυτό του εκβιασμού, έστω κι αν για την ώρα τον έχει βαφτίσει «πολιτική πίεση της ΕΚΤ για επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων»; Το λεκτικό χθες του πρωθυπουργού στη Βουλή ότι η νέα κυβέρνηση «δεν εκβιάζεται και δεν εκβιάζει» ηχεί ωραία, αλλά με οικονομικούς όρους αρκεί; Προφανώς και η ψύχραιμη στάση είναι δείκτης ύπαρξης στρατηγικού σχεδίου, αρκεί αυτό να αρχίσει να ξεδιπλώνεται.

Η πέραν του Ατλαντικού συνάντηση

Την ερχόμενη Δευτέρα αρχίζουν οι πραγματικά καθοριστικές εξελίξεις. Τις σηματοδοτεί πριν τη Σύνοδο κορυφής της 12ης Δεκεμβρίου η συνάντηση Ομπάμα-Μέρκελ στο Λευκό Οίκο. Αν και προγραμματισμένη για την Ουκρανία, όλοι ποντάρουν και στην ύπαρξη ειδικού κεφαλαίου για την Ελλάδα. Μέχρι τώρα και με βάση το τηλεφώνημα Ομπάμα στον Τσίπρα, αλλά και τη συνέντευξη του Αμερικανού προέδρου με το «με μείον 25% στο ΑΕΠ της Ελλάδας, μη στύβετε με άλλη λιτότητα τους Έλληνες», δείχνει ότι οι ΗΠΑ για δικούς τους λόγους βέβαια κοντράρουν το Βερολίνο. Αλλά αυτό, αν δε διατυπωθεί πιο ενεργά τη Δευτέρα, θα αποδειχθεί απλά μία λεκτική κατανόηση προς εμάς και τίποτα περισσότερο. Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που μέχρι εκεί έχει φτάσει ο Ομπάμα έναντι της Γερμανίας για την Ελλάδα και παρά τις θεμελιώδεις διαφορές με τη Γερμανία στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Εκείνο το σενάριο που δε λαμβάνουμε για την ώρα υπόψη μας, τουλάχιστον δημόσια, είναι το αρνητικό και παρά τις προσδοκίες και στην Ελλάδα για ακόμη πιο καίρια παρέμβαση Ομπάμα στη Μέρκελ. Τι θα συμβεί αν η Γερμανίδα καγκελάριος πείσει τον Αμερικανό πρόεδρο να μετριάσει πολύ την πρόσφατη "θερμή" υποστήριξή του στην Ελλάδα, για να μη δημιουργηθούν ελπίδες σε άλλες πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης, που θέλουν επίσης τερματισμό της λιτότητας και να ακολουθήσουν το δρόμο της αμφισβήτησης στα γερμανικά σχέδια, όπως πρώτη κάνει τώρα η Αθήνα; Το ενδεχόμενο να έρθουν και οι ΗΠΑ μπροστά σε πολιτικές ανατροπές και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με πρώτη την Ισπανία και ίσως την Ιταλία δεν είναι απλό. Αυτή η σκέψη ίσως οδήγησε μόλις την Τετάρτη τον Ομπάμα να αναπροσαρμόσει τις προηγούμενες θερμές δηλώσεις του υποστήριξης προς την Ελλάδα και να μιλήσει για μία ανάγκη προσαρμογής της Ελλάδας στους ευρωπαϊκούς κανόνες.

Φυσικά σε όλες τις παραμέτρους υπάρχουν οι μεταβλητές ανά πάσα στιγμή ή τα απροσδόκητα στα όρια του τυχαίου γεγονότα, ακόμη και πολύ μικρά, που όμως μπορούν να γίνουν "ντόμινο" μεγάλων εξελίξεων. Στην ελληνική ιστορία διόλου λίγα αυτά. Όπως το περίφημο "δάγκωμα της μαϊμούς".

Το τυχαίο, ένα απροσδόκητο δάγκωμα της μαϊμούς στον τότε βασιλιά Αλέξανδρο, αναζωπύρωσε τον Εθνικό Διχασμό στις εκλογές του 1920 εν μέσω μικρασιατικής εκστρατείας, σκότωσε ένα εκατομμύριο ανθρώπους κι αφάνισε την προαιώνια παρουσία του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και τον Πόντο. Το υπενθύμιζε - με δόση υπερβολής - ο Ουίνστον Τσόρτσιλ για να υπογραμμίσει ότι μια μικρή μεταβολή στις αρχικές συνθήκες μπορεί να φέρει δυσανάλογα μεγάλα αποτελέσματα. Αυτό ισχύει και για τους "ισχυρούς" και για τους "ανίσχυρους" σε μία διαπραγμάτευση.

Γιώργος Σαχίνης

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News